Cine Δράση: Συνεχίζεται το αφιέρωμα στον Μεταπολεμικό Ευρωπαϊκό Κινηματογράφο
Πολιτισμός

Cine Δράση: Συνεχίζεται το αφιέρωμα στον Μεταπολεμικό Ευρωπαϊκό Κινηματογράφο

Συζήτηση με θέμα «Η ουγγρική σχολή, οι Γιουγκοσλάβοι, ο Σοβιετικός Κινηματογράφος» θα πραγματοποιηθεί από το Cine Δράση της δημοτικής κίνησης Βριλησσίων Δράση για μια Άλλη Πόλη στο πλαίσιο κύκλου συζητήσεων με θέμα τον «Μεταπολεμικό Ευρωπαϊκό Κινηματογράφο».

Επόμενη συνάντηση τη Δευτέρα 7 Μαΐου 2018, στις 20:00 στο στέκι της Δράσης (Πίνδου 30 & Μαραθώνος, Βριλήσσια).

Λίγα λόγια για το αφιέρωμα από το Cine Δράση

Δεν θα γίνει η καθιερωμένη συζήτηση για τον Μεταπολεμικό Ευρωπαϊκό Κινηματογράφο τη Δευτέρα 30 Απριλίου 2018, καθώς είναι παραμονή της Πρωτομαγιάς. Το πρόγραμμα του σεμιναρίου θα συνεχιστεί κανονικά τη Δευτέρα 7 Μαΐου και θα περιλαμβάνει την ολοκλήρωση της παρουσίασης της Ουγγρικής Σχολής με αποσπάσματα από τις ταινίες «Καρουζέλ» (1956) του Ζόλταν Φάμπρι, «Απελπισμένοι» (1965) του Μίκλος Γιάντσο, «Πατέρας» (1966) του Ίστβαν Σάμπο, «Υιοθεσία» (1975) της Μάρτα Μέσαρος, Κολαστήριο (1988) του Βela Tarr κ.ά.

Στη συνέχεια ασχολούμαστε με το σινεμά της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Στην ανάπτυξη του γιουγκοσλαβικού σινεμά στα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τεράστιο ρόλο έπαιξε η παθιασμένη σχέση του στρατάρχη Τίτο με τον κινηματογράφο. Όπως διηγείται στο ντοκιμαντέρ «Cinema Comunisto» ο Λέκα Κοσταντίνοβιτς, προσωπικός υπεύθυνος προβολής του Τίτο, στα χρόνια που δούλεψε γι΄ αυτόν, αναζητούσε καθημερινά καινούργια φιλμ, τα οποία ο αρχηγός της τότε ενιαίας Γιουγκοσλαβίας έβλεπε στο τέλος της ημέρας, ακόμα και εάν αυτή ήταν εντελώς εξουθενωτική.

«Κάποτε αναρωτήθηκα ποτέ κοιμάται αυτός ο άνθρωπος», λέει ο Λέκα, αναπολώντας τις χιλιάδες προβολές που προετοίμασε. Ο στρατάρχης επέβλεπε προσωπικά το σενάριο και την προετοιμασία πολλών ταινιών γνωρίζοντας τη σημασία που είχε το πώς θα φανούν στην οθόνη. Ήθελε το Βελιγράδι να γίνει ένα από τα κέντρα του ευρωπαϊκού και παγκόσμιου κινηματογράφου. «Αρχικά η ιδέα ήταν να δημιουργηθεί μια κινηματογραφική πόλη στην Άβαλα, ένα λόφο του Βελιγραδίου, η «Άβαλα Φιλμ», «όπου εφτά κινηματογραφικά στούντιο θα παρήγαν αμέτρητες ταινίες κάθε χρόνο». Η έμπνευση υλοποιήθηκε εν μέρει, ένα στούντιο ολοκληρώθηκε και ακόμη ένα έμεινε ημιτελές. Οι εγκαταστάσεις λειτούργησαν ως πόλος έλξης για μεγάλες δυτικές παραγωγές και αστέρες του Hollywood στη διάρκεια των ΄60s και ΄70s».

Ο επίλογος της ιστορίας του γιουγκοσλαβικού κινηματογράφου γράφτηκε την άνοιξη του 1991, λίγο πριν αρχίσει ο πόλεμος στη Βοσνία. Σήμερα, που η Γιουγκοσλαβία ως χώρα εξαφανίστηκε μέσα σε μερικά χρόνια, (άλλαξε τέσσερα ονόματα σε 15 χρόνια), ο πόνος και η ψυχική οδύνη από την απώλεια συμπληρώνονται από τη διαπίστωση ότι η Άβαλα Φιλμ είναι μια τεράστια πόλη–φάντασμα γεμάτη εγκαταλελειμμένα σκηνικά, απαρχαιωμένο εξοπλισμό και άνεργους τεχνικούς, σύμβολα παρακμής, φτώχειας και εξαθλίωσης. Οι ανάγκες για μια νέα αφήγηση της ιστορίας των εθνών που συμβίωσαν στο πείραμα του Τίτο θα σπρώξει προς τη λήθη το όνειρο της κινηματογραφικής πόλης και των στούντιο της Άβαλα.

Το άδικο είναι ότι αυτή η εγκατάλειψη έχει οδηγήσει στη λησμονιά κορυφαίες προσωπικότητες που πρωταγωνιστούν σε αυτή την ιστορία και σημαντικά έργα τέχνης που δημιουργήθηκαν εκεί. Αλλά η Άβαλα ήταν το μέρος όπου γεννήθηκε ο γιουγκοσλαβικός κινηματογραφικός μύθος, που προσδιοριζόταν κυρίως από τις μεταφορές και αλληγορίες, από το μαγικό ρεαλισμό του Κουστουρίτσα και τις επαναλαμβανόμενες αναφορές στο παρελθόν. Κύριοι εκπρόσωποι του είναι οι Dusan Makaveyev, Aleksandar Petrovic, Emir Kusturica. Στη συζήτηση θα προβληθούν αποσπάσματα από τις ταινίες «Συνάντησα και ευτυχισμένους τσιγγάνους» («Skupljaci perja» 1967) του Petrovic, «Underground» (1995) του Kusturica, «Sweet Movie» (1974) του Makaveyev κ.ά.

«Ο κινηματογράφος είναι φορέας της κίνησης. Ο κινηματογράφος είναι τόλμη. Ο κινηματογράφος διαδίδει ιδέες…», έγραφε ο Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι για την Έβδομη Τέχνη, προσδίδοντάς της την αληθινή της διάσταση, ως ανθρώπινο δημιούργημα, φορέα ιδεών, μαζικό μέσο. Με την κατάρρευση του Σοβιετικού καθεστώτος, παρασύρθηκε άδικα στην λησμονιά και η κινηματογραφική ιστορία της ΕΣΣΔ που υπήρξε επιβλητική, και πρωτοποριακή για την παγκόσμια εξέλιξη της τέχνης των κινούμενων εικόνων. Πρόκειται για αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου, μάλιστα ορισμένα από αυτά κατέχουν μια θέση στην καλύτερη δεκάδα ταινιών όλων των εποχών.

Θα ήθελε συζητήσεις επί συζητήσεων για να καλύψουμε το θέμα του Σοβιετικού Κινηματογράφου για αυτό και επιλέξαμε να ασχοληθούμε με τρεις κορυφαίους σκηνοθέτες. Πρόκειται για τους Mikhail Kalatozov, Sergei Parajanov (Σεργκέι Παρατζάνοφ) και Andrei Tarkovsky (Αντρέι Ταρκόφσκι). Λιγότερο γνωστός από τους τρεις στο ελληνικό κοινό, είναι ο «καταραμένος» ποιητής του κινηματογράφου (το «σκηνοθέτης» είναι λίγο) Σεργκέι Παρατζάνoφ, σπουδαίος σοβιετικός σκηνοθέτης αρμενικής καταγωγής γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Τιφλίδα της Γεωργίας, σπούδασε σκηνοθεσία στη Μόσχα και εργάστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ουκρανία.

Θα προβληθούν αποσπάσματα από τις ταινίες «Όταν Πετούν οι Γερανοί» (1957), «Είμαι η Κούβα» («Soy Cuba», 1964) του Kalatozov, «Τα παιδικά Χρόνια του Ιβάν» («Ivanovo detstvo», 1962) «Θυσία» (The sacrifice, 1986), «Αντρέι Ρουμπλιόφ» («Andrei Rublev», 1966) και «Νοσταλγία» («Nostalghia», 1983) του Tarkovsky, «Σκιές των ξεχασμένων προγόνων» («Shadows of Forgotten Ancestors», 1964) και «Το χρώμα του ροδιού» («The color of pomegranate», γνωστό και ως «Sayat Nova» από το όνομα του Αρμένη ποιητή στον οποίο αναφέρεται, 1968) του Parajanov.

Για την τελευταία ταινία ο Βασίλης Ραφαηλίδης σημειώνει: «Το Σαγιάτ Νόβα είναι ένα “προκλητικά” αντιαφηγηματικό φιλμ, που όμως τα αφηγηματικά του στοιχεία συνιστούν μια άλλου είδους “πολυαξονική” αφήγηση, χωρίς χαρακτήρες και χωρίς καταστάσεις που κυοφορούν χαρακτήρες. Πρόκειται εδώ για τον εσωτερικό, μουσικό, συναισθηματικό και ιδεολογικό άξονα ενός ποιήματος. (…) Το “Σαγιάτ Νόβα”, λοιπόν, είναι η ποιητική βιογραφία ενός ποιητή φτιαγμένη από έναν άλλον ποιητή».

Εισηγητής ο κ. Παναγιώτης Δενδραμής.

Λίγα λόγια για τον εισηγητή

Ο Παναγιώτης Δενδραμής γεννήθηκε στην Αθήνα το 1979. Σπούδασε Ψυχολογία στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, στη συνέχεια όμως ακολούθησε σπουδές σχετικές με τον κινηματογράφο. Αρχικά στη Σχολή Σταυράκου και έπειτα στο μεταπτυχιακό Ιστορίας και Θεωρίας του Κινηματογράφου του Πανεπιστημίου της Κρήτης. Έχει δουλέψει ως βοηθός σκηνοθέτη, κάμεραμαν, μοντέρ και βοηθός παραγωγής για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, ενώ η μικρού μήκους ταινία του «Tο δωμάτιο» συμμετείχε στο Φεστιβάλ Δράμας το 2009. Επιπλέον έχει συμμετάσχει ως εκπαιδευτής σε επιμορφωτικά προγράμματα σε σχολεία της Αττικής, με στόχο την εξοικείωση των μαθητών με την οπτικοακουστική κουλτούρα και τα μέσα της. Αυτή την περίοδο διδάσκει στη Σχολή Σταυράκου και ολοκληρώνει τη διδακτορική του διατριβή πάνω στον ελληνικό κινηματογράφο.

Σχετικά άρθρα

Enypografa.gr © 2014 - 2024
Powered by Wisenet