ILO: Όλο και μικρότερο κομμάτι του παραγόμενου πλούτου στους εργάτες
Οικονομία-Αγορά

ILO: Όλο και μικρότερο κομμάτι του παραγόμενου πλούτου στους εργάτες

Πρωταθλητές στις αυξήσεις μισθών αναδείχθηκαν οι Κινέζοι το 2013, σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε την Παρασκευή ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας (ILO). Ο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ λειτουργών Οργανισμός διαπίστωσε ότι η μέση αύξηση των αποδοχών των εργαζομένων με σχέση εξαρτώμενης εργασίας στην Κίνα έφθασε πέρυσι το 9%, όταν ο μέσος όρος της αύξησης σε παγκόσμια κλίμακα συρρικνώθηκε στο 2% από 2,2% που ήταν το 2012.

Η αιτία, όπως εύκολα φαντάζεται κανείς, είναι το πάγωμα των αποδοχών των εργαζομένων (ή η μείωση στις χειρότερες ευρωπαϊκές περιπτώσεις) στις ανεπτυγμένες οικονομίες. Σημειωτέον ότι προτού ξεσπάσει η κρίση οι ετήσιες αυξήσεις των αποδοχών σε παγκόσμιο επίπεδο κυμαίνονταν γύρω από το 3%. Όσο για τις ανεπτυγμένες οικονομίες, οι αυξήσεις το 2006 ήταν 1%, ενώ το 2013 ήταν μόλις 0,2% – και πάλι καλά, διότι το 2012 το ποσοστό ήταν 0,1%.

Σε γενικές γραμμές τα εισοδήματα στην ευρύτερη περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού αυξήθηκαν κατά 6% τη χρονιά που πέρασε, σαφώς περισσότερο από τις αυξήσεις που καταγράφηκαν σε άλλες γεωγραφικές περιοχές. Στην Ανατολική Ευρώπη η αύξηση ήταν 5,8%, αλλά στις χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Καραϊβικής μόλις 0,8%. Πρόκειται για εξέλιξη που οφείλεται στην αισθητή κάμψη των ρυθμών ανάπτυξης των οικονομιών αυτών.

Στη Μέση Ανατολή οι μισθοί αυξήθηκαν κατά 3,9% πέρυσι, αλλά στην Αφρική μόλις κατά 0,9%.

Μικραίνει η πίτα των εργαζομένων

Βεβαίως η έκθεση του ILO σημειώνει ότι οι αποδοχές των εργαζομένων στις ανεπτυγμένες οικονομίες είναι περίπου τριπλάσιες συγκριτικά με εκείνες στις αναπτυσσόμενες. Η συρρίκνωση των εισοδημάτων τους ως ποσοστό επί του παραγόμενου πλούτου είναι μεγαλύτερη από τη συρρίκνωση των εργαζομένων στις αναπτυσσόμενες χώρες.

«Οι εργαζόμενοι σε ολόκληρο τον κόσμο μοιράζονται όλο και μικρότερο κομμάτι του παραγόμενου πλούτου», διαπιστώνει χαρακτηριστικά του ILO. Πρόκειται για μια τάση που ενισχύεται από την κρίση. Διότι η διαδικασία είχε ξεκινήσει προτού ξεσπάσει η κρίση και αποδίδεται, όπως επανειλημμένως έχει γραφεί, στη γενικευμένη κατίσχυση των αρχών του οικονομικού φιλελευθερισμού επί των αρχών του κεϋνσιανισμού και της αναδιανεμητικής οικονομίας τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες στη Δύση.

Ενδεικτικά ο ILO αναφέρει ότι στα μέσα της δεκαετίας του 1970 σε 16 ανεπτυγμένες χώρες οι εργαζόμενοι μοιράζονταν το 75% του εθνικού εισοδήματος, ενώ πριν από την κρίση το ποσοστό αυτό είχε περιοριστεί στο 65%.

Σε έναν όμιλο επίσης 16 αναδυόμενων οικονομιών, που έβαλε στο μικροσκόπιο ο ILO, το ποσοστό του εθνικού εισοδήματος που μοιράζονταν οι εργαζόμενοι συρρικνώθηκε από το 62%, που ήταν στις αρχές της δεκαετίας του 1990, στο 58% λίγο προτού ξεσπάσει η κρίση.

Ριγμένες πάντα οι γυναίκες

Ο ILO προειδοποιεί για τη διαρκώς διευρυνόμενη ψαλίδα των αποδοχών μεταξύ ανδρών και γυναικών. Σε 38 χώρες που ανέλυσε, ο διεθνής Οργανισμός διαπίστωσε τη μεγαλύτερη διαφορά στους μισθούς ανδρών και γυναικών (άνω του 35%) στις ΗΠΑ και στη Βρετανία, ενώ ακολουθεί η Ιρλανδία με διαφορές της τάξεως του 30%. Οι Σουηδέζες, οι Λιθουανές και οι Σλοβένες είναι οι λιγότερο «ριγμένες» από τους εργοδότες, καθώς η διαφορά των αμοιβών τους έναντι των ανδρών συναδέλφων τους είναι μικρότερη του 10%.

Ο ILO σημειώνει ότι κάποιες από τις διαφορές στις αποδοχές των εργαζομένων μπορούν να αποδοθούν σε παράγοντες όπως είναι η εκπαίδευση και η επαγγελματική κατάρτιση των εργαζομένων. «Οι περισσότερες όμως παραμένουν ανεξήγητες και οφείλονται αποκλειστικά στις διακρίσεις που κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά εργασίας», αναφέρει ο Οργανισμός.

Ο Οργανισμός σημειώνει μάλιστα ότι οι διακρίσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών οξύνονται στα υψηλότερα μισθολογικά κλιμάκια. Ενώ δηλαδή στο 10% των πλέον χαμηλόμισθων εργαζομένων οι γυναίκες κερδίζουν μηνιαίως περίπου 100 ευρώ λιγότερα από τους άνδρες, στο 10% των υψηλόμισθων η διαφορά αυτή φθάνει τα 700 ευρώ υπέρ των ανδρών.

Οι προκλήσεις της πολιτικής

«Το πάγωμα των μισθών πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ένα ζήτημα δικαιοσύνης και ταυτόχρονα ως ένα ζήτημα οικονομικής ανάπτυξης. Οι φορολογικοί μηχανισμοί αναδιανομής του εισοδήματος και οι πολιτικές κοινωνικής προστασίας αποτελούν μέρος της λύσης του προβλήματος, αλλά δεν αρκούν για να αποκαταστήσουν την αδικία ή τη μισθολογική ανισότητα. Απαιτούνται πολιτικές που περιλαμβάνουν την καθιέρωση βασικού μισθού, την ενίσχυση των συλλογικών εργασιακών διαπραγματεύσεων, την καταπολέμηση των διακρίσεων εις βάρος ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και επίσης η υιοθέτηση πολιτικών προοδευτικής φορολόγησης των εργαζομένων ταυτόχρονα με την αποκατάσταση αποτελεσματικών συστημάτων κοινωνικής προστασίας», δήλωσε παρουσιάζοντας την έκθεση η αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ILO, Σάντρα Πολάσκι.

Η αξιωματούχος του Οργανισμού πρόσθεσε ότι εκείνο που χρειάζεται είναι να στηριχθούν οι επιχειρήσεις που λειτουργούν στην πραγματική οικονομία, κυρίως οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, που πρέπει να ενθαρρυνθούν για να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας.

Μισθοί και ανταγωνιστικότητα

Πρέπει να σημειωθεί ότι η έκθεση του ILO έθιξε και ένα θέμα που είναι πολύ της μόδας τα χρόνια της παγκοσμιοποίησης και εσχάτως τα χρόνια της κρίσης και το οποίο χρειάζεται συντονισμένες στρατηγικές σε διεθνές επίπεδο για να αντιμετωπιστεί: «Αν όλο και περισσότερες χώρες προσπαθούν να αυξήσουν την ανταγωνιστικότητά τους συμπιέζοντας τους μισθούς και περικόπτοντας τις κοινωνικές παροχές, οι επιπτώσεις θα είναι μια σοβαρή συρρίκνωση και της παραγωγής και του διεθνούς εμπορίου».

Είναι, άλλωστε, μάταιο να περιμένει μια κυβέρνηση (ή ένας όμιλος κυβερνήσεων όπως η Ε.Ε. ή ένας διεθνής χρηματοπιστωτικός οργανισμός όπως είναι το ΔΝΤ) ότι θα ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα μιας χώρας ρίχνοντας το μισθολογικό κόστος ή περικόπτοντας το κράτος πρόνοιας – μόνο βραχυπρόθεσμα ταμειακά οφέλη μπορεί να αποκομίσει.

Σε πίνακα 30 χωρών με το μέσο ωρομίσθιο ενός βιομηχανικού εργάτη, που δημοσιεύει ο ILO και αφορά επεξεργασμένα στοιχεία του έτους 2010, διαπιστώνει κανείς ότι οι χώρες με τα υψηλότερα ωρομίσθια (οι 10 πρώτες είναι οι Δανία με 34,78 δολάρια, Ελβετία με 34,29 δολ., Αυστραλία με 28,55 δολ., η έως πρότινος δανειοδοτούμενη από την τρόικα Ιρλανδία με 26,29 δολ., Γερμανία με 25,80 δολ, Φινλανδία με 25,05 δολ., Σουηδία με 24,78 δολ., Καναδάς με 24,23 δολ., Βέλγιο με 24,01 δολ. και ΗΠΑ με 23,32 δολ.) κατέχουν και τις πρώτες θέσεις στους πίνακες ανταγωνιστικότητας και προσέλκυσης άμεσων ξένων επενδύσεων που δημοσιεύουν οι διεθνείς Οργανισμοί.

Αντίθετα οι χώρες με χαμηλότερα ωρομίσθια βρίσκονται πολύ χαμηλά και σε ανταγωνιστικότητα και σε επενδύσεις. Οι 10 χώρες με τα χαμηλότερα ωρομίσθια που δημοσιεύει ο ILO είναι οι Φιλιππίνες με 1,41 δολ., Ουγγαρία με 4,74 δολ., Πολωνία με 4,86 δολ., Βραζιλία με 5,41 δολ., Σλοβακία με 6,03 δολ., Εσθονία με 6,10 δολ., Τσεχία με 6,81 δολ., Πορτογαλία με 7,16 δολ., Αργεντινή με 8,68 δολ. και η Σιγκαπούρη με 12,68 δολ.

Η Ελλάδα ακολουθεί στην 11η θέση της κατάταξης με ωρομίσθιο του βιομηχανικού εργάτη να καθορίζεται στα 13,01 δολάρια (μοιάζει εξαιρετικά παραφουσκωμένο, περίπου διπλάσιο από το πραγματικό που ίσχυε προ κρίσης). Υπενθυμίζεται ότι τα στοιχεία του ILO αφορούν το έτος 2010 και η πηγή του Οργανισμού είναι το υπουργείο Εργασίας και η στατιστική υπηρεσία των ΗΠΑ).

Πηγή: tovima.gr

Σχετικά άρθρα

Enypografa.gr © 2014 - 2024
Powered by Wisenet