Η Αυτοδιοίκηση είτε θα «ενηλικιωθεί», είτε θα απολέσει το αυτοδιοίκητό της
Ενυπόγραφα

Η Αυτοδιοίκηση είτε θα «ενηλικιωθεί», είτε θα απολέσει το αυτοδιοίκητό της

Το πρόβλημα πάντα υπήρχε και προβάλλει προσκόμματα στον αυτοδιοικητικό χώρο, μόνο που μέχρι πριν λίγα χρόνια «κρυβόταν» πίσω από τη δανεική ευμάρεια του κράτους γενικότερα και των τοπικών κοινωνιών ειδικότερα.

Ο λόγος για την ασφυκτική εξάρτηση (οικονομική και θεσμική) της τοπικής από την κεντρική εξουσία. Μία σειρά κρίσιμων ζητημάτων για την καθημερινότητα του δημότη (π.χ. λειτουργία σχολείων και παιδικών σταθμών, αθλητικές υποδομές, πολεοδομικά θέματα, έργα κ.λπ.) αποφασίζονται θεσμικά και στηρίζονται οικονομικά σε επίπεδο κεντρικής εξουσίας, ενώ εν συνεχεία οι δημοτικές Αρχές καλούνται να τα εφαρμόσουν, ανεξάρτητα από τις ιδιαιτερότητες που εμφανίζει κάθε τοπική κοινωνία, λόγω γεωγραφικών, κοινωνικών ή άλλων συνθηκών.

Το αποτέλεσμα είναι αυτό που ζούμε το τελευταίο διάστημα, με τις τεράστιες ανισότητες μεταξύ Δήμων, ακόμη και μεταξύ περιοχών εντός του ίδιου Δήμου, με τις υπολειτουργούσες κοινωνικές δομές, με τις παρωχημένες υποδομές κ.λπ. Κι αν, όπως προαναφέραμε, η προηγούμενη περίοδος της επίπλαστης ευμάρειας επέτρεψε τη συγκάλυψη των προβλημάτων, η νέα μνημονιακή φάση στην οποία εισήλθε η χώρα, έφερε αυτά τα προβλήματα στο προσκήνιο με ιδιαίτερα σκληρό τρόπο.

«Μα η ευθύνη για όλα αυτά βαρύνει μόνο την κεντρική εξουσία; Οι κατά τόπους αιρετοί τα έχουν όλα καλώς καμωμένα;», θα αναρωτηθεί, δικαίως, κάποιος. Και βέβαια όχι. Οι αιρετοί μας δεν είναι άμοιροι των ευθυνών, αλλά συμμέτοχοι (στην πλειονότητά τους) σε αυτό το αδιέξοδο παιχνίδι. Προερχόμενοι από τον μέχρι πρότινος βαθύ κομματικό σωλήνα της κεντρικής σκηνής, ετεροκαθόριζαν την πολιτική τους με βάση τα όσα εξυπηρετούσαν κατά καιρούς τους κεντρικούς πολιτικούς πρωταγωνιστές και περιορίζονταν στη διαχείριση των χρημάτων που αποσπούσαν (όχι πάντα με διάφανα και ξεκάθαρα κριτήρια) από τον κρατικό κορβανά.

Ξέροντας ότι τις περισσότερες φορές δεν θα κληθεί να δώσει λογαριασμό για τα χρήματα αυτά, ο αιρετός τα «αξιοποιούσε» με ό,τι τρόπο θεωρούσε ότι εξυπηρετεί είτε την προσωπική προβολή του, είτε τα τοπικά ρουσφέτια που είχε αναλάβει απέναντι στον κεντρικό «εντολέα» του. Και το καταστροφικό για τις τοπικές κοινωνίες «γαϊτανάκι» καλά κρατούσε…

Μόνο που «η φτώχεια φέρνει γκρίνια», που λέει και ο λαός, και πολλές φορές οδηγεί σε «διαζύγια» κάθε μορφής. Κι ένα τέτοιο «διαζύγιο» βιώνουμε σήμερα ανάμεσα στην Αυτοδιοίκηση και την κεντρική εξουσία. Οι εκπρόσωποι της κεντρικής πολιτικής σκηνής, προκειμένου να μαζέψουν τα «ασυμμάζευτα» και κυρίως να κρύψουν τις δικές τους «πομπές», άρχισαν να «αδειάζουν» τους πρώην τοπικούς συνεργάτες τους, υπερ-προβάλλοντας την κακοδιαχείριση σε αυτοδιοικητικό επίπεδο και προχωρώντας σε βαρύτατες περικοπές στους προϋπολογισμούς τους.

Τώρα, που η χώρα οφείλει, εάν θέλει να επιβιώσει, να αναγεννήσει την κρατική δομή της, 
είναι η ευκαιρία και για την Αυτοδιοίκηση να αναπροσανατολίσει την πορεία της 
και να αφήσει οριστικά πίσω τα «βαρίδια» του παρελθόντος της...
 

Από την πλευρά τους, οι αυτοδιοικητικοί, συνειδητοποιώντας το «παιχνίδι» που στήνεται εις βάρος τους, προσπαθούν να βγουν στην αντεπίθεση, αλλά δυσκολεύονται εξαιτίας αφ’ ενός της έλλειψης χρημάτων κι αφ’ ετέρου της μέχρι πρότινος δικής τους συμμετοχής (και ευθύνης) στην κατάσταση που έχει δημιουργηθεί.

Κάπως έτσι, έστω και με αδρό τρόπο, μπορεί να σκιαγραφηθεί το τοπίο στην Αυτοδιοίκηση. Όμως αυτό δεν αρκεί, αφού η διαπίστωση ενός προβλήματος δεν οδηγεί αυτόματα και στη λύση του. Η λύση περνά μέσα από τη δράση, η οποία ακολουθεί την πραγματική βούληση για αλλαγή.

Αν θέλουμε να μετατρέψουμε την κρίση σε ευκαιρία για να αναδημιουργήσουμε το κράτος σε υγιή βάση, υπάρχουν τρόποι. Μόνο που συνεπάγονται αλλαγή κατεστημένων νοοτροπιών, αμοιβαίες υποχωρήσεις και προπάντων, σκληρή δουλειά.

Το κράτος θα πρέπει να παραχωρήσει στους Δήμους τη δυνατότητα να νομοθετούν για θέματα που αφορούν στις τοπικές κοινωνίες τους (βέβαια στο πλαίσιο των γενικότερων αξόνων του κεντρικού σχεδιασμού), καθώς και τα «εργαλεία» για την αυτο-χρηματοδότησή τους (π.χ. έσοδα από φόρους κ.λπ.). Από εκεί και πέρα, για Δήμους που λόγω ειδικών συνθηκών δεν μπορούν να εξασφαλίσουν πλήρως την αυτο-χρηματοδότησή τους, υπάρχει τρόπος -μέσω των περιφερειακών αρχών-  να διασφαλιστούν η οικονομική βιωσιμότητα και ανάπτυξή τους.

Τα οφέλη από τα παραπάνω θα είναι πολλαπλά. Η κεντρική εξουσία θα πάψει να λειτουργεί ως ο «πατερούλης» της Αυτοδιοίκησης, αφήνοντας την τελευταία να συλλέξει τα τοπικά έσοδά της και να τα διαχειριστεί υπέρ των τοπικών κοινωνιών, κρινόμενη για την αποτελεσματικότητά της. Οι αιρετοί θα απολογούνται πλέον απέναντι στους δημότες τους, χωρίς να μπορούν να χρησιμοποιούν το «άλλοθι» της κεντρικής παρέμβασης, αλλά και χωρίς να «σκοντάφτουν» οι όποιοι σχεδιασμοί τους στην απίστευτα αργή κρατική γραφειοκρατία.

Με άλλα λόγια, το έργο του καθενός θα είναι διακριτό και σαφές, ώστε η όποια κριτική να είναι δίκαιη κι αυστηρότατη. Η σύγχυση αρμοδιοτήτων και η λογική «του κάνουμε όλοι από λίγο», εξυπηρετούν μόνο όσους επιδιώκουν να συσκοτίσουν τους υπαίτιους και να αποφύγουν τον καταλογισμό ευθυνών.

Η Αυτοδιοίκηση είτε θα «ενηλικιωθεί», είτε θα απολέσει το αυτοδιοίκητό της, άρα την ίδια την υπόστασή της, καταντώντας απλή διοικητική συνιστώσα του κεντρικού κράτους. Τώρα, που η χώρα οφείλει, εάν θέλει να επιβιώσει, να αναγεννήσει την κρατική δομή της, είναι η ευκαιρία και για την Αυτοδιοίκηση να αναπροσανατολίσει την πορεία της και να αφήσει οριστικά πίσω τα «βαρίδια» του παρελθόντος της…

Σχετικά άρθρα

Enypografa.gr © 2014 - 2024
Powered by Wisenet