Μ. Ψυχάλης: Ανεύθυνη και ατεκμηρίωτη οικονομική διαχείριση των δημοτικών φόρων και τελών
Πολιτική

Μ. Ψυχάλης: Ανεύθυνη και ατεκμηρίωτη οικονομική διαχείριση των δημοτικών φόρων και τελών

Για «ανεύθυνη και ατεκμηρίωτη οικονομική διαχείριση των δημοτικών φόρων και τελών» από πλευράς της διοίκησης του Δήμου Λυκόβρυσης – Πεύκης κάνει λόγο η παράταξη Δήμος Μπροστά+.

Σε σχετική ανακοίνωσή του ο επικεφαλής της παράταξης, Μάριος Ψυχάλης, επισημαίνει τα εξής:

Ανεύθυνη και ατεκμηρίωτη οικονομική διαχείριση των δημοτικών φόρων και τελών

Σήμερα το Δημοτικό Συμβούλιο καλείται να λάβει αποφάσεις σχετικές με το ύψος των δημοτικών τελών, του δημοτικού φόρου (Φόρος Ηλεκτροδοτούμενων Χώρων) και του τέλους ακίνητης περιουσίας (ΤΑΠ).

Οι δημοτικοί σύμβουλοι ενημερώθηκαν την Παρασκευή 25/10/2019 για αυτό το θέμα, ενώ έχουν στη διάθεσή τους μία (1) εργάσιμη ημέρα για να μπορέσουν να μελετήσουν, να διαβουλευθούν, να προτείνουν και να αποφασίσουν, για τρία (3) θέματα ετήσιου ύψους πάνω από 5 εκατ. ευρώ, δηλαδή το μισό προϋπολογισμό του δήμου.

Σε αυτό το σημείο να σημειώσουμε ότι η διάρκεια της συνεδρίασης της Οικονομικής Επιτροπής  για αυτά τα θέματα διήρκησε μόλις 10 λεπτά, με ευθύνη της δημοτικής αρχής, χωρίς να δοθούν οι απαραίτητες διευκρινήσεις στις παρατάξεις της αντιπολίτευσης.

Τα δημοτικά τέλη μέχρι σήμερα για τις κατοικίες ήταν στη Λυκόβρυση 1,27 ευρώ / τ.μ. και στην Πεύκη 1,70 ευρώ / τ.μ., ανά έτος, ενώ τις επιχειρήσεις υπάρχουν αρκετοί διαφορετικοί συντελεστές, ανάλογα με τα τετραγωνικά.

Ο δημοτικός φόρος είναι ενιαίος υπολογιζόμενος στα 0,37 ευρώ ανά τ.μ., ενώ το ΤΑΠ, του οποίου το εύρος κυμαίνεται από 0,025% μέχρι 0,035% της αντικειμενικής αξίας του ακινήτου, στον Δήμο Λυκόβρυσης – Πεύκης η δημοτική αρχή έχει επιλέξει την ανώτερη  δυνατή κλίμακα, δηλαδή το 0,035%.

Οι τρεις παραπάνω φόροι έχουν διαφορετική φύση. Τα δημοτικά τέλη είναι ανταποδοτικά, δηλαδή τα έσοδα από τα δημοτικά τέλη δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν πουθενά αλλού, όπως ορίζεται από τη νομοθεσία, εκτός από τις ανταποδοτικές υπηρεσίες καθαριότητας και ηλεκτροφωτισμού. Βεβαίως όπως έχουν τονίσει τα δικαστήρια, αλλά και ο Συνήγορος του Πολίτη, τα δημοτικά δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε άλλες υπηρεσίες, ενώ άλλοι πόροι του Δήμου μπορούν να κατευθυνθούν στις ανταποδοτικές υπηρεσίες. Συνεπώς τονίζουμε σε αυτό το σημείο τη διαφορά της αναλογικότητας από αυτή της ισότητας.

Με άλλα λόγια ένας Δήμος που σέβεται τους κατοίκους και τις επιχειρήσεις και είναι οικονομικά υγιής χρηματοδοτεί τις ανταποδοτικές υπηρεσίες.

Η διαφορά του δημοτικού φόρου από το δημοτικό τέλος είναι ότι ο δημοτικός φόρος δεν είναι ανταποδοτικός. Συνεπώς ο δημοτικός φόρος επιβάλλεται για να δημιουργηθούν έσοδα για τον Δήμο για την αντιμετώπιση δαπανών, δηλαδή ελλείπει το στοιχείο της ανταποδοτικότητας. Βεβαίως στην περίπτωση του Δήμου Λυκόβρυσης – Πεύκης η είσπραξη 800 χιλ. ευρώ από τον συγκεκριμένο φόρο θα πρέπει να αποτυπώνεται στην εύρυθμη λειτουργία των υπόλοιπων δομών του Δήμου, γεγονός που δεν συμβαίνει. Σημειώνεται επιπλέον ότι το ύψος του δημοτικού φόρου στο 0,37 € / τμ, τον κατατάσσει να είναι από τους πλέον υψηλούς σε όλη την Αττική.

Αντίστοιχα το ΤΑΠ σύμφωνα με το νόμο που έχει θεσπιστεί (2130/1993) πρέπει να κατευθύνεται τουλάχιστον το 50% σε εκτέλεση έργων, καταβολή αποζημιώσεων ρυμοτομούμενων ή απαλλοτριωμένων ακινήτων και αγορά ακινήτων και το υπόλοιπο για την κάλυψη άλλων αναγκών.

Σε αυτό το σημείο θα αναφέρουμε για πολλοστή φορά, ότι έχουμε καταθέσει ερώτηση σχετικά με την είσπραξη του ΤΑΠ από τα μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα, αλλά δεν έχουμε λάβει καμία απάντηση. Ουσιαστικά γίνεται σαφές ότι η απώλεια εσόδων από το ΤΑΠ λόγω μη βεβαίωσης ή αναζήτησης των οφειλών σημαίνει απώλεια εσόδων και απώλεια έργων.

Η εκτίμησή μας είναι ότι υπάρχει τεράστια απώλεια εσόδων από το ΤΑΠ των μη ηλεκτροδοτούμενων κτηρίων, συνεπώς ο δήμος χάνει έσοδα πολλών χιλιάδων ευρώ.

Η πρόταση της δημοτικής αρχής είναι η εξίσωση των δημοτικών τελών για τις κατοικίες στο 1,5 ευρώ / ανά τ.μ., δηλαδή η αύξηση του δημοτικού τέλους της Κοινότητας της Λυκόβρυσης κατά 18,11%, και η μείωση του τέλους της δημοτικής κοινότητας της Πεύκης κατά 11,76%. Αντίστοιχες μεταβολές υπάρχουν και στα δημοτικά τέλη των επιχειρήσεων.

Πρέπει να σημειώσουμε ότι η νομοθεσία που διέπει την ψήφιση των δημοτικών τελών δίνει τη δυνατότητα για κατάθεση διαφορετικών προτάσεων δημοτικών τελών. Το αίτημα του συνδυασμού Δήμος Μπροστά+ για παροχή οικονομικών στοιχείων του δήμου που έχουμε καταθέσει από 14/10/2019 δεν απαντήθηκε ποτέ, συνεπώς μας στερήθηκε η δυνατότητα να μελετήσουμε τα δεδομένα και να παρουσιάσουμε τεκμηριωμένη πρόταση.

Από την εισήγηση της δημοτικής αρχής για τα δημοτικά τέλη προκύπτει ότι τα έσοδα από τις ανταποδοτικές υπηρεσίες για το 2020 θα διαμορφωθούν στα 4 εκατ. ευρώ, δηλαδή οριακά αυξημένα σε σχέση με το 2019 και το 2018, ενώ οι ανταποδοτικές δαπάνες θα φτάσουν τα 4,2 εκατ. ευρώ.

Αν συγκρίνει κανείς τα στοιχεία του απολογισμού για το 2018 και τους ίδιους κωδικούς με τις προβλέψεις για το 2020 εξάγει το συμπέρασμα ότι το 2018 εισπράχθηκαν 3,79 εκατ. ευρώ από ανταποδοτικά έσοδα και δαπανήθηκαν 3,62 εκ. ευρώ για ανταποδοτικές υπηρεσίες, δηλαδή ο Δήμος παρακράτησε, χωρίς να επιτρέπεται, 175 χιλ. ευρώ από τα ανταποδοτικά έσοδα.

Συνεπώς, αντί η δημοτική αρχή να εστιάσει στην αύξηση των εσόδων που δεν προέρχονται από τη οποιαδήποτε επιβάρυνση των κατοίκων και των επιχειρήσεων, έτσι ώστε να χρηματοδοτήσει τις ανταποδοτικές υπηρεσίες ή να εστιάσει στη μείωση των ανταποδοτικών δαπανών μέσω καινοτόμων προγραμμάτων, αντί αυτών επιβάλει πολύ υψηλούς φόρους και τέλη. 

Επιπροσθέτως η δημοτική αρχή δεν έχει τεκμηριώσει σε ποια έργα κατευθύνονται τα έσοδα από το ΤΑΠ, ούτε αναφέρει στην εισήγηση της το ύψος των εσόδων και τον προγραμματισμό των έργων.

Σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη, αλλά και με τη νομολογία τα δημοτικά τέλη πρέπει να αναφέρονται σε συγκεκριμένο έργο ή παροχή υπηρεσιών, να προσδιορίζουν με ακρίβεια τον κύκλο των ωφελουμένων  προσώπων, να ορίζουν ρητά και με σαφήνεια την ωφέλεια που απορρέει για τους υπόχρεους και να αιτιολογούνται ειδικώς, με την παράθεση συγκεκριμένων στοιχείων όσον αφορά τον προϋπολογισμό των εσόδων – εξόδων, αλλά και το εύρος του κύκλου των ωφελουμένων προσώπων, προκειμένου να είναι δυνατός ο έλεγχος της τήρησης της αρχής της ανταποδοτικότητας και να διασφαλισθεί η δίκαιη και αντικειμενική επιβάρυνση κάθε υπόχρεου.

Από την εισήγηση της δημοτικής αρχής υπάρχει πλήρης έλλειψη των ανωτέρω στοιχείων, ενώ δεν υπάρχει απολύτως καμία πρόβλεψη για τις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, αλλά και κίνητρα για τις νέες επιχειρήσεις.

Ακόμη, για όποιον πολίτη κυκλοφορεί στον Δήμο είναι σαφές ότι η ποιότητα των παρεχόμενων ανταποδοτικών υπηρεσιών είναι πάρα πολύ χαμηλή. Υπάρχουν γειτονιές που είναι ξεχασμένες από τον αυτοδιοικητικό χάρτη, υπάρχουν πλατείες που έχουν να καθαριστούν μήνες, υπάρχουν γειτονιές που είναι βυθισμένες στο σκοτάδι, υπάρχουν δρόμοι που έχουν τα σκουπίδια να μαζευτούν βδομάδες. Θα ήταν τουλάχιστον γραφικό να επισυνάπταμε φωτογραφικό υλικό, για να αποδείξουμε το αυτονόητο.

Εκτός από τα παραπάνω, αυτή την περίοδο υπάρχουν δεκάδες χρηματοδοτικά προγράμματα για την εξοικονόμηση των δαπανών στο σκέλος των ανταποδοτικών υπηρεσιών, όπως τα προγράμματα του ΤΠΔ, το ΠΔΕ και πολλά άλλα ακόμα, ενώ ο Δήμος Λυκόβρυσης – Πεύκης δεν έχει εκμεταλλευτεί κανένα από αυτά.

Φυσικά ενώ υπάρχουν Δήμοι πρότυπα στην παροχή ανταποδοτικών υπηρεσιών και εξειδικευμένοι συμβουλευτικοί φορείς σε αυτές τις υπηρεσίες, όπως το ΚΑΠΕ, η δημοτική αρχή επέλεξε να φέρει το θέμα με τέτοιο τρόπο ώστε να μην γίνει καμία συζήτηση σχετικά με τον στρατηγικό σχεδιασμό των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Επίσης, όπως αναφέραμε και σε προηγούμενη ανακοίνωση, το ύψος των δημοτικών τελών και άλλα σοβαρά θέματα, θα πρέπει να τίθενται σε δημόσια διαβούλευση με την κοινωνία των πολιτών και να λαμβάνονται οι αποφάσεις έπειτα από διάλογο. Εφόσον ζούσαμε σε έναν σύγχρονο Δήμο θα έπρεπε η δημοτική αρχή που σέβεται τους πολίτες να καταθέσει τουλάχιστον δύο εναλλακτικές προτάσεις και να δοθεί το δικαίωμα στους πολίτες να αποφασίσουν σε τι δήμο θέλουν να ζουν. Αντί αυτού η δημοτική αρχή επέλεξε και για αυτό το θέμα να λειτουργήσει με όσο πιο σκοτεινό και μυστικό τρόπο μπορεί, εις βάρος της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών και της συμμετοχικότητας.

Όπως γίνεται σαφές από τα παραπάνω η δημοτική αρχή επιλέγει να αντιμετωπίσει ένα πολύ σοβαρό θέμα με τρόπο που δεν αρμόζει στη σύγχρονη δημόσια διοίκηση, δεν εξετάζει τα αντικειμενικά κριτήρια, δεν επιχειρεί την αναζήτηση της συναίνεσης, δεν την απασχολεί η θέση της κοινής γνώμης, δεν χρησιμοποιεί την αρχή της ανταποδοτικότητας, ούτε δίνει στις δημοτικές παρατάξεις τον χρόνο να καταθέσουν ολοκληρωμένη αντιπρόταση.

Σχετικά άρθρα

Enypografa.gr © 2014 - 2024
Powered by Wisenet