«Οι εντιμότατοι φίλοι μου» στο Cine Δράση Βριλησσίων
Πολιτισμός

«Οι εντιμότατοι φίλοι μου» στο Cine Δράση Βριλησσίων

Η ταινία «Οι εντιμότατοι φίλοι μου» προβάλλεται την Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2016, στις 20:15, από το Cine Δράση της Δημοτικής Κίνησης Βριλησσίων Δράση για μια Άλλη Πόλη, στην αίθουσα «Ν. Εγγονόπουλος» του πάρκου «Μ. Θεοδωράκης» (ΤΥΠΕΤ, Π. Μπακογιάννη 38-42, Βριλήσσια).

Λίγα λόγια για την ταινία από το Cine Δράση

Μία από τις πιο αριστουργηματικές μαύρες κωμωδίες στην ιστορία του κινηματογράφου, που ακόμα και σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί σημείο αναφοράς. Ένα φιλμ ειρωνικό, αιχμηρό, δηκτικό και διακριτικό που σατιρίζει κάθε μικροαστική αντίληψη για τις σχέσεις, την κοινωνική αναρρίχηση, την απάτη, το λάθος, την αποτίμηση του έρωτα, τις παρασπονδίες και εκτροπές της πολιτικής. Εν ολίγοις, όλα τα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα που απασχολούν την κοινή γνώμη εκείνης της εποχής στην Ιταλία και όλη την Ευρώπη.

Την πλοκή της ταινίας πυροδοτούν οι περιπέτειες μιας αντροπαρέας αποτελούμενης από πέντε μεσήλικες, ευυπόληπτους άνδρες. Οι τέσσερις από αυτούς, φίλοι από τα παιδικά τους χρόνια, ζουν στη Φλωρεντία και περνούν κάθε ελεύθερη στιγμή τους μαζί. Πρόκειται για τον Νέκι ιδιοκτήτη μπαρ, τον Περότζι δημοσιογράφο, τον Μελάντρι, αρχιτέκτονα-μηχανικό και τον ξεπεσμένο αριστοκράτη Μασσέτι που τώρα ζει σε ένα υπόγειο με την γυναίκα και την κόρη του, παρασιτώντας με στυλ σε βάρος των υπολοίπων. Ο πέμπτος, ο μεγαλογιατρός Σασαρόλι, προστίθεται στην παρέα στη συνέχεια, όταν ένα από τα περιβόητα ταξίδια της αρχικής ομάδας καταλήγει στο νοσοκομείο που αυτός διευθύνει και όπου ο Μελάντρι, ερωτεύεται και κλέβει τη γυναίκα του, κληρονομώντας όλα τα συμπαρομαρτούντα: παιδιά, σκυλιά, νταντάδες.

Αυτή η πενταμελής αντροπαρέα των αμετανόητων πλακατζήδων, που έχουν περάσει τα 50, αλλά αρνούνται να ωριμάσουν, διαθέτει ακόρεστη δίψα για ζωή και μεγάλη διάθεση για τρέλες. Σαν να βιώνουν ακόμα την ανεμελιά των εφηβικών τους χρόνων, διασκεδάζουν σε κάθε ευκαιρία με νεανικό πάθος, σχεδιάζουν και πραγματοποιούν τρομερές φάρσες σε βάρος γνωστών ή αγνώστων, υποψιασμένων και ανυποψίαστων. Η στάση τους αυτή, κρύβει στην πραγματικότητα μια τραγική αντίληψη για τη ζωή, που συνδυάζει απελπισία, μηδενιστικό χιούμορ, και αυτοσαρκασμό, χλευάζει τον Χάροντα ξορκίζοντας τον φόβο του θανάτου και προκαλεί την απονεκρωμένη κοινωνία που κλεισμένη στο καβούκι της δεν αντιδρά σε κανένα ερέθισμα.

Η ταινία έχει μεγάλη ιστορία. Ξεκίνησε να γυρίζεται στη Γένοβα από τον καταξιωμένο σκηνοθέτη Πιέτρο Τζέρμι («Διαζύγιο α λα ιταλικά», 1961, «Κυρίες και κύριοι», 1966, «Ατιμασμένη και εγκαταλελειμμένη», 1964), έναν από τους ελάχιστους Ιταλούς που κατέκτησαν Όσκαρ καλύτερης ταινίας, Χρυσό Φοίνικα και Χρυσή Σφαίρα. Ο Τζέρμι είχε την αρχική ιδέα, συνέγραψε το σενάριο, επέλεξε τους ηθοποιούς και τους χώρους των γυρισμάτων, αλλά αρρώστησε σοβαρά και πέθανε έχοντας όμως προλάβει να χρήσει διάδοχό του στη σκηνοθεσία τον Μάριο Μονιτσέλι, τον μόνον που εμπιστευόταν. Ο νέος σκηνοθέτης έκανε μόνο δύο αλλαγές σε συμφωνία με τον προκάτοχό του. Μετέφερε τα γυρίσματα στη Φλωρεντία, τόπο που γνώριζε καλά και αντικατέστησε τον Μαρτσέλο Μαστρογιάνι με τον Ούγκο Τονιάτσι. Έτσι στην ταινία υπάρχουν δύο σκηνοθετικές υπογραφές. Στους τίτλους αρχής διαβάζουμε: «Μια ταινία του Πιέτρο Τζέρμι» («Un film di Pietro Germi») και μόνο στο τέλος αναφέρεται ότι η σκηνοθεσία είναι του Μονιτσέλι.

Και ο Μονιτσέλι είναι μια ξεχωριστή περίπτωση στην ιστορία του σινεμά. Σκηνοθετούσε 50 ολόκληρα χρόνια από το 1949 ως το 1998. Πέθανε το 1998 σε ηλικία 95 χρονών. Στην πραγματικότητα πήδηξε από το παράθυρο του νοσοκομείου που νοσηλευόταν για καρκίνο. Θιασώτης του νεορεαλισμού χαρακτηρίστηκε δικαίως ως ο κορυφαίος της ιταλικής σάτιρας, αλλά διέθετε το χάρισμα να χειρίζεται όλα τα κινηματογραφικά είδη. Στη χώρα μας ταινίες του όπως «Ο κλέψας του κλέψαντος», «Οι γενναίοι του Μπρανκαλεόνε», η σάτιρα της ελληνικής δικτατορίας «Θέλουμε τους κολονέλους», αγαπήθηκαν με πάθος και ακόμα συγκινούν το κοινό. Με τους «Εντιμότατους φίλους», σκηνοθετώντας γρήγορα και δυναμικά δημιούργησε ένα τολμηρό αριστούργημα άρτιο σε όλα τα επίπεδα και καθιέρωσε τη λεγόμενη «πικρή» ιταλική κωμωδία.

Λεπτό χιούμορ, εξαιρετικής ποιότητας και υψηλού επιπέδου με έντονες πολιτικές αιχμές και μακάβριες αναφορές, ακριβώς στον αντίποδα των κοινότοπων, γεμάτων άσκοπες βωμολοχίες φιλμ της αμερικάνικης κυρίως σχολής του είδους. Ξεχωριστά διασκεδαστικό και συνάμα τραγικό σενάριο που παρουσιάζει καταστάσεις τραγελαφικές και άκρως σουρεαλιστικές και κρατάει το θεατή συγκεντρωμένο στην οθόνη σε όλη τη σχετικά μεγάλη διάρκεια της ταινίας. Οι ερμηνείες των πρωταγωνιστών εξαιρετικές. Ο καθένας χωριστά ερμηνεύει το ρόλο του με φυσικότητα και όλοι μαζί συνθέτουν μια εκπληκτική ομάδα, που ανταπεξέρχεται με πλήρη επάρκεια στις απαιτήσεις συνδυασμού δράματος και φάρσας.

Η μουσική αναδεικνύει με τον πιο όμορφο τρόπο το σενάριο και όλα τα παραπάνω στοιχεία συνθέτουν μια ταινία που κινείται με αξιοθαύμαστη ακρίβεια ανάμεσα στο κωμικό και το τραγικό, σημείωσε στην εποχή της τεράστια εμπορική και καλλιτεχνική επιτυχία και ακολουθήθηκε από δύο συνέχειες.

Το φιλμ κατέκτησε μεγάλο αριθμό Βραβείων στην Ιταλία και το εξωτερικό, ανάμεσά τους το Βραβείο Καλύτερης ταινίας και καλύτερου ανδρικού ρόλου για τον Ugo Tognazzi στα David di Donatello Awards, (1976), Χρυσή Σφαίρα καλύτερου πρωτοεμφανιζόμενου ηθοποιού για τον Duilio Del Prete (1976) κ.ά.

Ιταλία 1975. Διάρκεια 140΄. Σενάριο: Pietro Germi, Leonardo Benvenuti, Piero De Bernardi, Tullio Pinelli. Σκηνοθεσία: Mario Monicelli. Πρωταγωνιστούν: Ugo Tognazzi, Gastone Moschin, Philippe Noiret, Duilio Del Prete, Adolfo Celi, Bernard Blier, Milena Vukotic, Silvia Dionisio. Φωτογραφία: Luigi Kuveiller. Μουσική: Carlo Rustichelli.

Σχετικά άρθρα

Enypografa.gr © 2014 - 2024
Powered by Wisenet