Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα νέο 1821 για να λευτερώσουμε τη ράτσα μας
Φωτογραφία: Νίκος Παναγιωτόπουλος
Ενυπόγραφα

Χρειαζόμαστε επειγόντως ένα νέο 1821 για να λευτερώσουμε τη ράτσα μας

Μπροστά σε μία ακόμη επέτειο της ηρωικής επανάστασης του 1821, το μυαλό γυρνά σε εκείνη την εποχή που κάποιοι φτωχοί και καταπιεσμένοι ξεσηκώθηκαν κι αποφάσισαν ν’ αποτινάξουν τον ζυγό από πάνω τους ή να πεθάνουν.

Ηρωικές εποχές, θα σκεφθεί κάποιος. Όχι, απαραιτήτως. Και τότες υπήρχαν συμφέροντα, προύχοντες και κακορίζικοι, και τότες ο ένας κοίταγε να βγάλει το μάτι του άλλου και με το που αφήναμε το ντουφέκι, πιάναμε την ίντριγκα. Ωστόσο, ναι, υπήρχε μια διαφορά· ακόμη και μέσα στα προαιώνια πάθη της ράτσας μας, ίσως και λόγω αυτών, το φιλότιμό μας επαναστατούσε. Σηκώναμε το κεφάλι, κοιτούσαμε ψηλότερα από το μπόι μας και μπαίναμε στον αγώνα.

Σήμερα, η αγωνιστική αυτή διάθεση δείχνει να έχει εξαφανιστεί. Η έννοια του χρέους απέναντι στην πατρίδα, δηλαδή το χρέος που έχουμε ο ένας απέναντι στον άλλον, μοιάζει με άγνωστη λέξη. Τόσο αίμα για να «ποτιστεί» το «εμείς» φαίνεται να πήγε τζάμπα, αφού το «εγώ» είναι πάντα εδώ και μας καταδυναστεύει.

Τον ξεχάσαμε τον στρατηγό Μακρυγιάννη

«Τούτη την πατρίδα την έχομεν όλοι μαζί, και σοφοί κι αμαθείς, και πλούσιοι και φτωχοί, και πολιτικοί και στρατιωτικοί, και οι πλέον μικρότεροι άνθρωποι. Όσοι αγωνιστήκαμεν, αναλόγως ο καθείς, έχομεν να ζήσομεν εδώ.

»Το λοιπόν δουλέψαμεν όλοι μαζί να τη φυλάμε κι όλοι μαζί, και να μη λέγει ούτε ο δυνατός “εγώ”, ούτε ο αδύνατος. Ξέρετε πότε να λέγει ο καθείς “εγώ”; όταν αγωνιστεί μόνος του και φκιάσει ή χαλάσει, να λέγει “εγώ”. Όταν όμως αγωνίζονται πολλοί και φκιάνουν, τότε να λέμε “εμείς”. Είμαστε στο “εμείς” κι όχι στο “εγώ”».

Φοβούμαστε ότι κι αυτή η επέτειος θα περάσει ασυλλόγιστα. Οι περισσότεροι θα «ξιφουλκήσουμε» στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης για τη χρονολογική εγκυρότητα της επετείου της 25ης Μαρτίου, τη σημασία των παρελάσεων, τη μαντήλα, την εθνικότητα, το σκουλαρίκι ή το μήκος της φούστας του/της σημαιοφόρου, θα αυτο-ικανοποιηθούμε ότι εμείς είμαστε οι «ατόφιοι» Έλληνες και θα απολαύσουμε μια ανοιξιάτικη βόλτα όπου επιλέξει ο καθένας (αφήστε που φέτος η επέτειος «πέφτει» Κυριακή και πάει στράφι η αργία).

_______________________
Χρειαζόμαστε έναν νέο Θούριο να μας ξεσηκώσει, ένα νέο εθνικό αφήγημα να «μιλήσει» στις καρδιές μας. Κι αν όλα αυτά δεν έρθουν απέξω, θα πρέπει να τα δημιουργήσουμε εμείς…
_______________________

Θα βρούμε, άραγε, λίγο χρόνο, κάποιες στιγμές, να γυρίσουμε το βλέμμα μέσα μας, βαθιά, στο «μεδούλι» της ύπαρξής μας, να παρατηρήσουμε τα «σπλάχνα» των προγόνων μας, να συλλάβουμε το νόημα της θυσίας τους, να «αποκωδικοποιήσουμε» εκείνο το μεγαλειώδες «Ελευθερία ή Θάνατος»;

Για ποια Λευτεριά μιλούσαν; Πάντως, όχι μόνο τη σωματική. Αυτό που τους «στένευε» ασφυκτικά δεν ήταν μονάχα η καταπίεση από τους Τούρκους και τους Έλληνες αφέντες, αλλά κυρίως ο πόνος που προκαλούσε η απώλεια της εθνικής ταυτότητάς τους. Το ότι αισθάνονταν ανάξιοι να φέρουν το όνομα Έλληνες, αφού ανέχονταν αδιαμαρτύρητα τον ζυγό της υποδούλωσης, δείχνοντας να έχουν βολευτεί με αυτόν.

Το ξεσήκωμά τους από μέσα ξεκίνησε πρώτα. Από εκεί που πάντα σιγόκαιγε η φλόγα της Ανεξαρτησίας. Ύστερα ήρθαν τα μηνύματα, τα διαβάσματα, οι πρώτες σκέψεις, οι πρώτες κρυφές επαφές, ν’ αναζωπυρώσουν το σχεδόν σβησμένο εθνικό ένστικτο. Ήταν τότε που «μίλησε» βαθιά μέσα τους ο Ρήγας με τον Θούριό του…

«…Να χάνουμε αδέλφια, Πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς;
Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνια, σκλαβιά και φυλακή…».

Και οι στίχοι του αυτοί δεν ήταν εθνικό παραλήρημα. Δεν απευθύνονταν μόνο στους υπόδουλους Έλληνες κατοίκους της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και στους υπόλοιπους λαούς της Βαλκανικής Χερσονήσου, που ζούσαν κάτω από τον ίδιο ζυγό. Γιατί οι ιδέες της Ελευθερίας, της Ισότητας και της Αδελφοσύνης δεν γνωρίζουν σύνορα, δεν κλείνονται σε συρματοπλέγματα, δεν φυλακίζονται σε στενά εθνικά κλουβιά, είναι Παγκόσμιες…

Και είναι αυτές οι ιδέες που πρέπει να ανακαλύψουμε εκ νέου και να τις εντάξουμε στο καθημερινό λεξιλόγιό μας, προσπαθώντας -όσο μπορεί κι αντέχει ο καθένας- να τις μετουσιώσει σε πράξεις. Είναι αυτές οι ιδέες που θα φωτίσουν τον αόρατο ζυγό που και σήμερα βαραίνει πάνω μας, ώστε να καταφέρουμε να τον δούμε και να πάρουμε την απόφαση να τον αποτινάξουμε.

Γιατί χρειαζόμαστε επειγόντως ένα νέο 1821. Χρειαζόμαστε έναν νέο Θούριο να μας ξεσηκώσει, ένα νέο εθνικό αφήγημα να «μιλήσει» στις καρδιές μας. Κι αν όλα αυτά δεν έρθουν απέξω, θα πρέπει να τα δημιουργήσουμε εμείς. Τι κι αν δεν έχουμε Καραϊσκάκηδες, Κολοκοτρώνηδες, Μακρυγιάννηδες, έχουμε νέους μορφωμένους, διψασμένους να προσφέρουν, έτοιμους για τις δικές τους επαναστάσεις. Ας μην τους κρατάμε άλλο υπόδουλους στον δικό μας κοτζαμπασισμό. Ας παραμερίσουμε, κι ας τους δώσουμε χώρο να δράσουν. Τα «άρματα» που χρειάζονται τα έχουν ήδη από καιρό. Η απόφαση λείπει.

Και όπως έλεγε και ο Νίκος Καζαντζάκης

«Κάθε Έλληνας που δεν παίρνει, ας είναι και μια φορά στη ζωή του, μια γενναία απόφαση, προδίνει τη ράτσα του».

Σχετικά άρθρα

Enypografa.gr © 2014 - 2024
Powered by Wisenet